«Εσκοριάλ» από την «Ομάδα πρωτοπορίας» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» στο «Θέατρο Νέου Κόσμου»

  • ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
  • Σαίξπηρ και Γκελντερόντ
  • ΘΥΜΕΛΗ, Ριζοσπάστης, Τετάρτη 11 Νοέμβρη 2009

«Εσκοριάλ» από την «Ομάδα πρωτοπορίας»

 

«Εσκοριάλ»

Στο θέατρο «Βαφείο», η «Ομάδα πρωτοπορίας» (δημιουργοί της ο αδικοχαμένος Ακης Δαβής και η Ελένη Δεμερτζή) παρουσίασε το άπαιχτο στην Ελλάδα μονόπρακτο έργο του Μισέλ ντε Γκελντερόντ «Εσκοριάλ», σε θαυμαστή μετάφραση του Κωστή Σκαλιώρα. Ο Βέλγος δραματουργός (1898 – 1962), επηρεασμένος από το ελισαβετιανό και το κλασικό ισπανικό θέατρο, τον Στρίντμπεργκ, τον Πιραντέλο και άλλους σπουδαίους δραματουργούς, από την κοινωνικοπολιτική κριτική του γερμανικού εξπρεσιονισμού, από τις φλαμανδικές λαϊκές παραδόσεις, αλλά και την κοινωνικά καταγγελτική ζωγραφική μεγάλων ζωγράφων όπως οι Ιερώνυμος Μπος, Μπρίγκελ, Γκόγια και Βελάσκεθ, συνεργαζόμενος στο διάστημα 1926 – 1932 με το πρωτοποριακό Φλαμανδικό Λαϊκό Θέατρο, το 1926 έγραψε αυτό το εξαιρετικής καυστικής αλληγορίας μονόπρακτο. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος έχει τελειώσει, αλλά έναν νέο, τον Β’, σχεδίαζαν τύραννοι χρηματιστές και βασιλιάδες και για να τον κάνουν επέβαλαν ένα νέο «μεσαίωνα» και ανάλογο ηγέτη. Αλληγορώντας, ο Γκελντερόντ, πλάθει έναν – διαχρονικής και επίκαιρης αξίας – μεσαιωνικού ήθους, σκοτεινής ατμόσφαιρας μύθο, που με δηλητηριώδη σαρκασμό καταγγέλλει την υποκρισία, τον υπανθρωπισμό, τον ανθρωποφαγισμό, τον κυνισμό, τη βία, τη δολοφονική μανία, τον εγωτισμό, τον εκτροχιασμό, τελικά τον παραλογισμό της τυραννικής εξουσίας. Το αξιοσημείωτο είναι ότι ο Γκελντερόντ πλάθει το μύθο, καθιστώντας κύριο «κατήγορο» της τυραννικής εξουσίας την ίδια. Η δράση τοποθετείται στο ζοφώδες παλάτι του Εσκοριάλ, που θυμίζει τη μεσαιωνική Ισπανία της Ιεράς Εξέτασης. Στο παλάτι παραμονεύει το «μάτι και το αφτί» του βασιλιά και ο κίνδυνος, ανά πάσα στιγμή, με διαταγή του βασιλιά να τιμωρηθεί και να θανατωθεί οποιοσδήποτε «ύποπτος», ακόμα και η βασίλισσα. Μια μέρα ο βασιλιάς ζητά από τον «τρελό» του να τον διασκεδάσει με τις σοφές «τρέλες» του. Ο βασιλιάς «βυθισμένος» στη μοναξιά, την ανία, τον τρόμο που έχει σπείρει, ενοχλημένος που η βασίλισσα συμπαθεί τον «τρελό», επιβάλλει στον «τρελό» ένα «παιχνίδι» αλλαγής ρόλων, αποκάλυψης του «είναι» και του «φαίνεσθαι» και των δύο. Ο «τρελός» ως βασιλιάς και ο βασιλιάς ως «τρελός» βγάζουν τα προσωπεία τους και αποκαλύπτουν το «είναι» τους. Καταπιεσμένο ανθρώπινο πλάσμα ο «τρελός», μα «ελεύθερο» πνεύμα τολμά να ομολογήσει ότι αγαπά μα και λυπάται ένα άλλο καταπιεσμένο και ετοιμοθάνατο πλάσμα – τη βασίλισσα. Αμείλικτο «τέρας» ο βασιλιάς, μην αντέχοντας την αλήθεια, μετά το άδικο «παιχνίδι» που εκείνος επέβαλε, παραδίδει τον «τρελό» του στο δήμιο, εντείνοντας ακόμα περισσότερο την αβυσσαλέα «τρέλα» της εξουσίας του. Το δραματουργικό ήθος, η αλληγορία και το διαχρονικό μήνυμα του έργου υπηρετήθηκε απολύτως με τη λιτά ρεαλιστική σκηνοθεσία της Ελένης Δεμερτζή, με τη συμβολή του αφαιρετικά υποβλητικού σκηνικού και των κοστουμιών (Αση Δημητροπούλου), των «σκοτεινών» φωτισμών (Τάσος Σκλαβούνος), της ανησυχαστικής μουσικής (Στέλιος Γιαννουλάκης), της εκφραστικής κινησιολογίας (Γιάννα Φιλιπποπούλου). Προπάντων υπηρετήθηκε με λεπτομερειακά δουλεμένη (στο λόγο, την έκφραση του προσώπου, την κίνηση), δυναμική και ταυτόχρονα λιτή, εξαιρετική ερμηνεία της Ελένης Δεμερτζή (Βασιλιάς). Συμπαθής η υποκριτική προσπάθεια του Θάνου Κοντογιώργη (στο ρόλο του τρελού). Θετικές οι παρουσίες των Νίκου Μαυρουδή, Δανάης Ρούσσου, Βίκυς Κυριακοπούλου.

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα»

«Ρωμαίος και Ιουλιέτα» στο «Θέατρο Νέου Κόσμου»

Δεν υπήρξε και ούτε θα υπάρξει ποτέ μια νέα γενιά του θεάτρου που να μη γητευθεί από την ποίηση, την οικουμενικότητα και διαχρονικότητα του σαιξπηρικού αριστουργήματος «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ο πρώτος νεανικός έρωτας του ανθρώπου ουδέποτε ξεχνιέται. «Γέννημα» της ορμής της άγουρης, βιαστικής, άπειρης, ανυποψίαστης για τους σκοπέλους, τους κινδύνους, ακόμα και ασυλλόγιστης νιότης, ο έρωτας μπορεί και να «καεί» από την ίδια τη «φωτιά» της νιότης. Μήπως, ο ίδιος ο κίνδυνος – να «καεί» – δεν ελοχεύει σε κάθε πρώτο βήμα του νέου ανθρώπου, σε κάθε πρώτη δοκιμασία του σε οποιονδήποτε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας και έκφρασης, μέχρι να μάθει; Και βέβαια, αν δεν «καεί» πώς θα μάθει; Αυτό είναι το δράμα, αλλά και η ομορφιά και η ελπίδα της νιότης. Με τα παραπάνω, η στήλη συνοψίζοντας τον πασίγνωστο μύθο του σαιξπηρικού έργου, προσπαθεί να επισημάνει και τον κίνδυνο που ελοχεύει και για κάθε πρώτη ενασχόληση νεαρών καλλιτεχνών με τα μεγάλα κλασικά έργα, δίνοντας και το «στίγμα» της «δοκιμασίας» έξι νεότατων ηθοποιών με το σαιξπηρικό έργο, με σκηνοθέτη τον έναν εξ αυτών – τον μόλις ενός έτους ηθοποιό Μίλτο Σωτηριάδη. Ο Μ. Σωτηριάδης, έχοντας το προνόμιο να του διατεθούν η σύγχρονη, ευθύβολη γλωσσικά αλλά και ποιητικού αισθήματος μετάφραση του Διονύση Καψάλη, ο οικείος του θεατρικός χώρος και έμπειροι καλλιτεχνικοί συντελεστές, τόλμησε να ριψοκινδυνεύσει δοκιμαζόμενος και ως σκηνοθέτης. Περιέκοψε το κείμενο, ώστε έξι ηθοποιοί να υποδυθούν όλους τους βασικούς ρόλους και έστησε μια συμπαθή, ανάλαφρη, χωρίς δραματικές εντάσεις, «πειραματική» παράσταση. Παράσταση, που φανερώνει το συλλογικό μόχθο, τη φρεσκάδα, αλλά και τη βιασύνη και απειρία της νιότης. Αξιοσημείωτες, στα μέτρα της σκηνοθεσίας, είναι οι υποκριτικές μεταμορφώσεις σε διάφορους ρόλους των ηθοποιών Δημήτρη Αντωνίου, Στέλιου Χλιαρά και Σπύρου Κυριαζόπουλου. Σεμνή η υποκριτική προσπάθεια του Μιχάλη Τιτόπουλου (Ρωμαίος). Η πιο αξιόλογη και ελπιδοφόρα για το μέλλον είναι η ερμηνεία της Μαρίας Μπεληγιάννη (Ιουλιέτα).