* ROCK’Ν’ROLL του Τομ Στόπαρντ Θέατρο «Πόρτα»
17 Ιανουαρίου, 2009 Σχολιάστε
Της ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΜΑΤΖΙΡΗ, Ελευθεροτυπία / 2 – 17/01/2009
Ολος ο θίασος του θεάτρου «Πόρτα» στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Γιώργος Κοτανίδης
|
Οι βιρτουόζοι διάλογοί του και η σπινθηροβόλα εφευρετικότητα της θεατρικότητας των έργων του συχνά επισκίαζαν τις σοβαρές προθέσεις τους, ώστε κάποια με καταφανώς πολιτικά θέματα να εκλαμβάνονται σαν παρέκκλιση ή σαν ακραία καινούργια αρχή. Το σύνθετο και συγκινητικό νέο έργο του «ROCK’Ν’ROLL» αποδεικνύει ότι ο Τσεχο-βρετανός συγγραφέας μπορεί να συνδυάσει λαμπρά την πολιτική σκέψη με τη θεατρική ψυχαγωγία, τον ορθολογισμό με το συναίσθημα, μέχρι τον ευφορικό αισθησιασμό.
Βρισκόμαστε στη χώρα του Τομ Στόπαρντ. Ευφυείς άνθρωποι επιδίδονται σε ευφυείς συζητήσεις για την πορεία δύο κόσμων της πρόσφατης ιστορίας: των αντιφρονούντων του σοσιαλιστικού μπλοκ και της δυτικής μαρξιστικής διανόησης. Σε μια έξοχη αντιπαραβολή πραγματικότητας και θεωρίας, «υπαρκτού σοσιαλισμού» (Πράγα) και Αριστεράς του καναπέ, από την ασφάλεια του οχυρού μιας απόλυτης ακαδημαϊκής ελίτ (Κέμπριτζ), συναντούμε τον Γιαν, πιθανό alter ego του συγγραφέα, και τον Μαξ.
Ο πρώτος, εξόριστος Τσέχος φοιτητής, επιστρέφει στην Πράγα το θυελλώδες ’68 και από απολίτικος ροκάς μεταλλάσσεται σε αντιρρησία και οπαδό του θρυλικού τσέχικου αντεργκράουντ ροκ συγκροτήματος «Plastic People of the Universe», που βρίσκεται υπό απαγόρευση ως «κοινωνικά επιβλαβές». Οι «Plastic» είναι οι (εκτός σκηνής) ήρωες του έργου, ως σύμβολο ζωτικής σχέσης ροκ και πολιτικής.
Στον αντίποδα του Γιαν, ο καθηγητής της Φιλοσοφίας στο Κέμπριτζ, ένας αμετανόητος μαρξιστής, παλιός όσο η Οκτωβριανή Επανάσταση, ορκίζεται ακόμα στα ιδανικά της. Παρότι ο λόγος του θυμίζει επιμνημόσυνη δέηση, ο Στόπαρντ τον θέλει συμπαθή, σοβαρό, με πειστικά επιχειρήματα.
Στο ενδιάμεσο, ενώ η αφήγηση πηγαινοέρχεται μεταξύ Πράγας και Κέμπριτζ τα κρίσιμα χρόνια 1968 και 1990, παρεμβολές ροκ μουσικής διασταυρώνονται με την ξερή γλώσσα αριστερών ιδεολόγων και μια παλαιομοδίτικη διαμάχη ιδεών. Μυθικά τραγούδια των Μπιτλς, Στόουνς, Ντίλαν, Γκρέιτφουλ Ντεντ, Πινκ Φλόιντ συνδέουν τις σκηνές ως ηχητικά και ιστορικά ντοκουμέντα, προσδίδοντας μια γεύση ελπίδας στον μελαγχολικό απολογισμό του Στόπαρντ, είκοσι χρόνια μετά το τέλος του κομμουνισμού, εν μέσω της θνήσκουσας θρησκείας του κεφαλαίου και μιας αποδυναμωμένης σημερινής Αγγλίας: «Ο τόπος έχει χάσει το νεύρο του. Είναι μια δημοκρατία της υπακοής»…
Στην εξαίρετη σκηνοθεσία του Γιώργου Κοτανίδη, όλα αυτά τα στοιχεία παρουσιάζονται με διαύγεια, στιλ και μεταδοτική ενέργεια. Ενα εισαγωγικό βίντεο με εικόνες από Σοβιετική Ενωση, Κούβα, Βουδαπέστη, Μάη και Πράγα του ’68, συνοψίζει το 40χρονο μίνι-έπος μιας γενιάς, καθοριστικό στη νεότερη ιστορία της ανθρωπότητας.
Εκτός από ψυχωμένος φόρος τιμής στη ροκ των 60’ς και 70’ς, η παράσταση είναι μια γλαφυρή παράθεση θέσεων ζωής. Ο Γιώργος Κοτανίδης-Μαξ συνεχίζει να αγωνίζεται μέχρι τέλους, ακόμη και μετά την απώλεια γυναίκας και πολιτικής πίστης. Ο Αλέκος Συσσοβίτης-Γιαν μεταδίδει με ζήλο το πέρασμα από τον παθητικό παρατηρητή στον αμφισβητία, ενώ η Ιρις Χατζηαντωνίου στον διπλό ρόλο της καρκινοπαθούς γυναίκας του Μαξ και της ενήλικης κόρης τους, είναι ερμηνευτικά το φωτεινό σημείο της βραδιάς.
Η μεγάλη αρετή έργου και παράστασης είναι ότι αγγίζονται βαρύγδουπα θέματα, τοπία γεμάτα φαντάσματα, απολήγοντας στη διάβρωση της αισιοδοξίας μας, όμως φεύγουμε με ψυχική ανάταση. Το πνευματώδες χιούμορ, οι διανοητικά ερεθιστικοί διάλογοι (σε μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζα) και, κυρίως, το ακαταμάχητο spell του ροκ εν ρολ, αναδεικνύονται σπουδαία απόλαυση σε εποχές ανασφάλειας και φόβου -μέχρι να ανακατέψουμε ξανά την τράπουλα του κόσμου.
Σκηνικά: Αντώνης Δαγκλίδης. Κοστούμια: Κλερ Μπρέισγουελ. Υπόλοποι ρόλοι: Βασίλης Παπαδημητρίου, Μαργαρίτα Πανουσοπούλου, Στέλλα Μπαλωμένου, Βαγγέλης Ρόκκος, Γιάννης Δρίτσας, Εύα Κοτανίδη, Θεοδώρα Σιάρκου. *
Πρόσφατα σχόλια