«Ελένη»

ΕλένηΡεαλιστής με όλα τα ανθρώπινα ο Ευριπίδης, πάντα ιδιοφυώς ειρωνευόμενος τις «θεϊκές βουλήσεις» που δήθεν ορίζουν τις πράξεις και τα πάθη των ανθρώπων, έγραψε την εμμέσως αντιπολεμική, την ειρωνικότατα ευτυχούς τέλους ιλαροτραγωδία «Ελένη». Ο Πάρις, ξεγελασμένος από τους «θεούς», δεν απήγαγε και πήγε στην Τροία την πραγματική Ελένη, αλλά ένα ομοίωμά της. Η πραγματική Ελένη, «ενάρετη» και «πιστή» πάντα στον άντρα της Μενέλαο, «οδηγήθηκε» από τους θεούς στην Αίγυπτο, της οποίας ο «βάρβαρος» βασιλιάς Θεοκλύμενος, που σφάζει κάθε ξένο, πιεστικά θέλει να την παντρευτεί. Η Ελένη ταράζεται από ένα «όνειρο», αλλά η αδελφή του βασιλιά, ιέρεια Θεονόη, το θεωρεί καλό «σημάδι». Στο γυρισμό από την Τροία, ο Μενέλαος ναυαγεί στη ακτή της Αιγύπτου, όπου τυχαία ρεμβάζει η Ελένη. Το ζεύγος αλληλοαναγνωρίζεται, σχεδιάζει και με τη βοήθεια της Θεονόης κατορθώνει τη δραπέτευσή του και την ευτυχή επιστροφή στην Ελλάδα. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

* «Ελένη» ΚΘΒΕ-Νεανική Σκηνή Μονή Λαζαριστών

του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ
Περιμένουμε με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της νεοϊδρυθείσας «Νεανικής Σκηνής» στη Θεσσαλονίκη, την προσπάθεια του κρατικού θεάτρου να πλησιάσει το νεανικό κοινό και τους εφήβους της πόλης. Το ενδιαφέρον μας δεν αφορά μόνο το βασικό ερώτημα, την προσέλευση, δηλαδή, των νέων. Αφορά ακόμη τη μέθοδο αισθητικής και παιδαγωγικής προσέγγισης αυτού του τόσο ιδιόμορφου και ακριβοθώρητου κόσμου.

Ο Χορός, άρτια διδαγμένος, αν και δεν θυμίζει πολύ Σπαρτιάτισσες, μαγεύει με τη χάρη και τη δροσιά του

Η προσπάθεια θέλει κουράγιο και επιμονή και επιβάλλει τη συνεργασία ανθρώπων του θεάτρου με ειδικούς παιδαγωγούς και ψυχολόγους. Γιατί, αν στο παιδικό θέατρο τους θεατές τούς φέρνουν οι γονείς τους, σε αυτό το θέατρο τους 15άρηδες και 16άρηδες ποιος και τι θα τους φέρει; Και τι ακριβώς πρόκειται να τους πει;

Η αλήθεια είναι πως η σχέση σχολείου και αρχαίου θεάτρου είναι μια παλιά και πονεμένη ιστορία. Εδώ, όμως, στην «Ελένη» της Μονής Λαζαριστών, στη θέση της άκαμπτης προτομής των αρχαίων προγόνων έχουμε μια σοβαρή όσο και ταιριαστά ανάλαφρη πρόταση, που νέα καθώς είναι η ίδια, θέλει να απευθύνεται σε νέους.

Το έργο του Ευριπίδη προσφέρεται ακριβώς γι’ αυτό. Οχι βέβαια γιατί το ίδιο διδάσκεται στη μέση εκπαίδευση -αυτό ακούγεται σαν αποτροπή- αλλά γιατί η παράσταση του ΚΘΒΕ αντλεί από αυτό ένα βασικό ζήτημα της εφηβείας: Η «Ελένη» έχει σχολιαστεί εκτενώς ως δράμα του φαινομενικού και ως κοινός τόπος της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Εδώ, όμως, οι στόχοι είναι περισσότερο συγκεκριμένοι. Αφορούν την αντίθεση που ενυπάρχει στο έργο ανάμεσα στο ποια αληθινά είναι η Ελένη και στο τι πιστεύουν οι άλλοι γι’ αυτήν. Πρόκειται για αντίθεση που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τους νέους, καθώς οι ίδιοι συγκροτούν την εσωτερική τους εικόνα, σε σχέση ή αντιπαράθεση με το τι περιμένουν από αυτούς οι γονείς και ο περίγυρος.

Γύρω από αυτό το ζήτημα, ο σκηνοθέτης Γιάννης Παρασκευόπουλος δημιουργεί ένα θέατρο χειροποίητο και χειροπιαστό, το οποίο ξεχύνεται στην πλατεία και την κατακλύζει με την ενέργειά του. Και αν είναι αλήθεια ότι το έργο δείχνει να του ξεφεύγει κάποια στιγμή από τα χέρια, όταν στην πορεία αποκτά σύνθετο ύφος και μια βαθύτερη ειρωνική διάσταση, η πρότασή του έχει προλάβει στο μεταξύ να κερδίσει την προσοχή σαν σύγχρονη, φρέσκια ματιά στο τοπίο του αρχαίου δράματος.

Μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας ανήκει στους ηθοποιούς, οι οποίοι, απαλλαγμένοι από τα βαρίδια της «ορθής ερμηνείας», δίνουν στο κείμενο τη ζωή και το νόημα της δικής τους νεότητας. Στη μέση όλων στέκεται, βέβαια, η Ελένη της Αμαλίας Τσεκούρα. Η ερμηνεία της ανεβάζει τον πήχυ ψηλά και δείχνει ότι η νέα ηθοποιός έχει στόφα για μεγάλο θέατρο. Μοιράζεται ένα καθαρό και συμπαγές ερμηνευτικό ύφος με τον επίσης καλό Μενέλαο του Χρίστου Στυλιανού.

Ενας άρτια διδαγμένος Χορός από χαρίεσσες κοπελίτσες (όχι και πολύ Σπαρτιάτισσες εντούτοις…) εμφανίζεται στη σκηνή, βγαλμένος κατευθείαν από τον κόσμο του ρομάντζου και της τηλεοπτικής σαπουνόπερας· μαγεύεται από τον μελοδραματικό τόνο της «Ελένης» και, παρά τις όποιες δραματολογικές αντιρρήσεις μας, μαγεύει και ο ίδιος με τη χάρη και τη δροσιά του. Τα κοστούμια της Σοφίας Παπαδοπούλου ακολουθούν την αδρή φαντασία των νέων. Και η μετάφραση της Σοφίας Νικολαΐδου διαθέτει ειρμό και βαθιά μουσικότητα. *

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 – 10/01/2009