Σύγχρονα ελληνικά κείμενα

  • «Οι ηθοποιοί», στο «Θέατρο Τέχνης» («Υπόγειο»)
«Καλιφόρνια ντρίμιν»

Ζωή και θέατρο. Δυο έννοιες αλληλοτροφοδοτούμενες. Αλήθεια και ψεύδος. Πραγματικότητα και φαντασία. Ανθρωπος, ηθοποιός και ρόλος. Το «θέατρο» της ζωής και η «ζωή» του θεάτρου. Το «είναι» και το «φαίνεσθαι» στη ζωή και στο θέατρο – την τέχνη που αναπαριστά τη ζωή, τους πόθους, τις ελπίδες, τις απογοητεύσεις, τις προδοσίες, τα λάθη και πάθη της ανθρώπινης ύπαρξης. Ποια αλήθεια είναι δυνατότερη, σκληρότερη για κάθε άνθρωπο (και τον καλλιτέχνη); Η φανερή ή η κρυμμένη; Η ομολογημένη ή η ανομολόγητη; Το θέατρο ή κάποιος μεγάλος δραματικός ρόλος που υποδύεται ο ηθοποιός κατά πόσο μπορεί να αντιστοιχεί, να «ερμηνεύσει» και να «θεραπεύσει» μια οδυνηρή αλήθεια της ζωής του ηθοποιού; Η ερμηνεία ενός ρόλου, λ.χ. οι ρόλοι του Αγαμέμνονα, της Κλυταιμνήστρας, του Αιγίσθου, επηρεάζoνται από τον προσωπικό βίο, τους έρωτες, τους πόθους, τα πάθη των ηθοποιών που τους ερμηνεύουν; Ποια από τις ζωές του θεατρίνου – η πραγματική ή η καλλιτεχνική – κυριαρχεί; Με τέτοια ερωτήματα, με τη μορφή «θεάτρου μέσα στο θέατρο» και πλάθοντας τρία πρόσωπα, ένα ερωτικό τρίγωνο αποτελούμενο από τρεις ηθοποιούς – δυο άνδρες και μια γυναίκα – με το έργο του «Οι ηθοποιοί», ο Γιώργος Σκούρτης «φιλοσοφεί» για τη ζωή και το θέατρο. Ρεαλιστής ο Σκούρτης δεν κλείνει τα μάτια μπροστά στην καταλυτική δύναμη της υπαρξιακής αλήθειας, του προσωπικού βιώματος. Καταλυτική πρωτίστως για την πραγματική ζωή του καλλιτέχνη, τόσο πολύ που υποβόσκει και στην τέχνη του. Η ηθοποιός που θα υποδυθεί την Κλυταιμνήστρα, μισεί τον θιασάρχη και σκηνοθέτη εραστή της, ο οποίος θα υποδυθεί τον Αγαμέμνονα, γιατί με την άμβλωση που της επέβαλε «σκότωσε» το παιδί που θα γεννούσε, τον απατά με τον νέο ηθοποιό που θα υποδυθεί τον Αίγισθο και μαζί – όπως στην αισχυλική τραγωδία – θα ήθελαν να τον σκοτώσουν επί σκηνής. Αλλο, όμως, το θέατρο κι άλλο η ζωή… Το έργο υπηρετείται με τη λιτή, ρεαλιστική σκηνοθεσία (Θόδωρος Γράμψας), τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς (Νίκος Σωτηρόπουλος) και τις αψεγάδιαστα αρμόζουσες στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνείες των Ελισάβετ Μουτάφη, Αγγελου Αντωνόπουλου και Μάνου Ζαχαράκου. Θετική ερμηνευτικά η νέα ηθοποιός Ελένη Δάφνη.

  • «Καλιφόρνια ντρίμιν» στο «Χυτήριο»
«Παραμυθ…issimo!»

Η επαγγελματική ιδιότητα του δασκάλου, ιδιαίτερα η δική του ως καθηγητή νυχτερινού σχολείου, όπου φοιτούν πολλών και ποικιλόμορφων ειδικών «κοινωνικών αναγκών» παιδιά – Ελλήνων και μεταναστών – αποτελεί πολύτιμο σύμβουλο, πηγή έμπνευσης και τροφό της βαθύτατα ουμανιστικής δραματουργίας του Βασίλη Κατσικονούρη. Απόδειξη, το βραβευμένο έργο του «Καλιφόρνια ντρίμιν», που φέτος ξαναπαρουσιάζεται στο «Χυτήριο». Ο Βασίλης Κατσικονούρης ζώντας εκ του σύνεγγυς τους εφήβους, ζει και τα προβλήματά τους και τα αίτια των προβλημάτων τους. Γνωρίζει την ψυχολογία, τη συμπεριφορά τους. Την παρορμητικότητα, την ανεμελιά, την απερισκεψία, τη φυγοπονία τους, ακόμα και την πιθανή αλλά συνήθως ασυνειδητοποίητη παραβατικότητά τους. Τη θετική ή αρνητική επίδραση του οικογενειακού, φιλικού και κοινωνικού περιβάλλοντος. Πονά για κάθε κοινωνικά ή οικογενειακά «άμοιρο» παιδί, που – κόντρα στη φτώχεια, στην ορφάνια, στην εγκατάλειψη, στον ξεριζωμό, στο μόχθο του μεροκάματου, και μύρια όσα άλλα βάσανα, προσπαθεί, αγωνίζεται, επιτυγχάνει αλλά και αποτυγχάνει να αποκτήσει κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις, με την ελπίδα να ζήσει ανθρωπινότερα. Ο Κατσικονούρης κατανοεί, πονά, αγαπά τα παιδιά και με δραστική γλώσσα, με τρυφερότητα, καυστικότητα, χιούμορ, αλλά και υπόκρυφη διδακτικότητα καταδείχνει το κακό και το καλό. Εφηβα φτωχόπαιδα, δυο αγόρια και τα κορίτσια, είναι τα τέσσερα πρόσωπα του «Καλιφόρνια ντρίμιν», δηλαδή του ψευδέστατου, εισαχθέντος και στην Ελλάδα, «αμερικάνικου ονείρου». Το ένα κορίτσι δουλεύει σε κομμωτήριο, το άλλο σε καφέ-μπαρ, το ένα αγόρι σε πιτσαρία και το άλλο, ο «εξυπνάκιας» της παρέας, τεμπελιάζει «ονειρευόμενο» να βρει λεφτά να πάει στην Καλιφόρνια ώστε και τη στρατιωτική θητεία να αποφύγει και να κάνει την «τύχη» του. Συμμέτοχους στην υλοποίηση της αστοχασιάς του κάνει και τα άλλα τρία παιδιά, ζητώντας τους να «κλέψουν» έναν συνταξιούχο θείο του, για να εξασφαλίσουν τα ναύλα. Τα παιδιά παρασύρονται σε λάθος «δρόμο». Και καθώς τα παιδιά δεν είναι κλεφτρόνια, αποτυγχάνουν. Και συνειδητοποιώντας ότι αυτό το «όνειρο» είναι αδιέξοδο, επιλέγουν να συνεχίσουν το σχολειό και το βιοποριστικό αγώνα τους, ωθώντας και το φίλο τους στο «δρόμο» της ζωής και όχι των πλαστών «ονείρων». Η νεανικού «νεύρου» σκηνοθεσία του Νίκου Καραγεώργου, αναδεικνύει τις δραματουργικές αρετές και το έμμεσα διδακτικό μήνυμα του έργου, με τη δημιουργικότατη συμβολή όλων των συντελεστών: Ντέιβιντ Νέγκριν (κοστούμια – σκηνικό), Μανόλης Θεοδωράκης (κινησιολογία), Κατερίνα Μαραγκουδάκη (φωτισμοί), Δημήτρης Ιατρόπουλος (μουσική επιμέλεια) και τις ελπιδοφόρες για το μέλλον ερμηνείες των νέων ηθοποιών Παναγιώτη Καρμάτη, Ευδοκίας Ρουμελιώτη, Γιώργου Γεροντιδάκη, Τασίας Ελευθερίου.

  • «Παραμυθ…issimo!» από τη «Μικρή Πόρτα»
«Οι ηθοποιοί»

Εκτός από το σπουδαίο και πλούσιο πεζογραφικό έργο και τον κοινωνικό και αντιφασιστικό αγώνα του, ο κορυφαίος Ιταλός συγγραφέας Ιταλο Καλβίνο, υπηρέτησε την πατρίδα του, το λαό του, τις παραδόσεις και την κουλτούρα του και με το να ασχοληθεί με τη λαογραφία της. Την υπηρέτησε με το να συγκεντρώσει, διασώσει, να μελετήσει και ταξινομήσει τα μακραίωνα λαϊκά παραμύθια ολόκληρης της Ιταλίας, πιστεύοντας ότι «τα λαϊκά παραμύθια είναι αληθινά». Ο Καλβίνο, «με ασίγαστη δίψα για όλο και περισσότερες εκδοχές και παραλλαγές», και πιστεύοντας ότι τα λαϊκά παραμύθια συνθέτουν «μια συνολική ερμηνεία της ζωής, που διασώθηκε μέσα από την αργή ωρίμανση της λαϊκής συνείδησης», όπως έγραφε, ανέδειξε το εύρος, τους χυμούς, τη χάρη των τοπικών γλωσσικών διαλέκτων. Την εκπληκτική φαντασία, τη διδακτική δύναμη, τη συμβολικότητα των «προσώπων» (άνθρωποι, ζώα, υπερφυσικά πλάσματα), της μυθοπλοκής τους (άλλοτε σατιρική, άλλοτε κωμικά «παιγνιώδη», άλλοτε «σκοτεινή»). Τη θυμοσοφία, τη διαχρονική και πανανθρώπινη αλληγορία τους για τη ζωή, τον άνθρωπο, την κοινωνία, το καλό και το κακό, την αλήθεια και το ψεύδος. Επιστέγασμα αυτής της ενασχόλησης του Καλβίνο ήταν η δημοσίευση μιας, πλατιά διαδεδομένης στην Ιταλία, ανθολογίας με 200 λαϊκά παραμύθια, στα οποία ο Καλβίνο στάλαξε την ομορφιά της δικής του πένας. Ανθολόγηση και διασκευαστική σύνθεση τεσσάρων παραμυθιών από την ανθολογία του Καλβίνο είναι το «Παραμυθ…issimo!», που συνυπογράφουν η Ξένια Καλογεροπούλου και ο Θωμάς Μοσχόπουλος, σε σκηνοθεσία του δεύτερου. Μια ακόμη υποδειγματικής σοβαρότητας, υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας, δημιουργία της «Μικρής Πόρτας», που σέβεται και αναπτύσσει τη νοημοσύνη και καλλιεργεί την αισθητική των παιδιών. Μια κειμενική σύλληψη και μια σκηνοθετική δημιουργία, που και ελευθέρωσε και μετέδωσε δημιουργικό κέφι, ευρηματικότητα, υψηλό αισθητικό γούστο σε όλους τους καλλιτεχνικούς συντελεστές και στους ερμηνευτές της παράστασης. Μια εύφορη, παιγνιώδης, με πολύ χιούμορ παράσταση, στημένη σαν θέατρο μέσα στο θέατρο, με ευφάνταστα και λειτουργικότατα, παρά την απλότητά τους, σκηνικά, τα χιουμοριστικά κοστούμια και σκηνικά αντικείμενα της Ελλης Παπαγεωργακοπούλου, με πολλαπλών επιπέδων φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου, με εκφραστική χορογραφία της Μάρθας Κλουκίνα, με χυμώδη μουσική του Κορνήλιου Σελαμσή. Επαινο για την αφειδώλευτη, δροσερή, ατομική και συλλογική, υποκριτική τους κατάθεση αξίζουν όλοι (κι όλοι είναι νέοι) οι ηθοποιοί: Μιχάλης Σαράντης, Τατιάνα-Αννα Πίττα, Χρίστος Νικολάου, Στέλιος Χλιαράς, Ηλιάνα Γαϊτάνη, Δάφνη Μαρκάκη, Τώνια Γελεκλίδου, Γιάννης Κουκουράκης.

ΘΥΜΕΛΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, 14/01/2009

* «Παραμυθ… issimo» Μικρή Πόρτα

Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΙΩΑΝΝΙΔΗ

Για τυπικούς μονάχα λόγους ας σημειώσουμε ότι η παράσταση απευθύνεται πρωτίστως σε παιδιά. Στην πραγματικότητα, η νέα πρόταση της Ξένιας Καλογεροπούλου και του Θωμά Μοσχόπουλου είναι αντάξια κάθε ενήλικης θεατρικής εξόδου, μάθημα θεάτρου για σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Ο όρος του παιδικού θεάτρου δίνει μόνο την πρόφαση (και την ευκαιρία) στους δύο καλλιτέχνες να μιλήσουν από καρδιάς, με ποιητική διάθεση, χιούμορ και απλότητα για τα λαϊκά παραμύθια. Και το κάνουν υπέροχα για μια ακόμη φορά. Το έχω πει και παλιότερα: Η «Πόρτα» υπηρετεί ένα θέατρο τόσο καλό, ώστε να το δίνουμε και στα παιδιά μας.

Σκηνή από το έργο που έγραψε η Ξένια Καλογεροπούλου και σκηνοθέτησε ο Θωμάς Μοσχόπουλος

Το πρώτο υλικό το δίνει τώρα η ιταλική ψυχοτροπία, που γέννησε από τις Αλπεις ώς τη Σικελία τα δικά της υπόκωφα όνειρα. Ο Ιταλο Καλβίνο τα μάζεψε από την ιταλική επαρχία και με λαογραφική επιμέλεια τα παρακολούθησε να συνθέτουν από τη ρευστή τους φύση ένα αυτοτελές, γόνιμο σώμα. Επόμενο ήταν να μαγευτεί από την κατάφαση του μαγικού. Στα λαϊκά παραμύθια κρυσταλλώνεται το σκοτάδι και το φως από τη σοφία του αλλόκοτου, όπως αυτή εκφράστηκε συλλογικά στη δική της γλώσσα, στο ύφος και στα δικά της μονοπάτια έκφρασης και αντίληψης.

Κι όμως παρά την κοινή πηγή, τα λαϊκά παραμύθια της Ιταλίας είναι πολύ διαφορετικά από εκείνα της κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης, όπως και από τα δικά μας. Φέρουν μια δική τους γεύση, όσφρηση και αφή, μια πιπεράτη διάθεση μαζί με μια τραχιά, βακχική αίσθηση. Σου ζητούν όχι μόνο να τα αφηγηθείς και να τα ακούσεις, αλλά και να τα παίξεις.

Σε αυτό ακριβώς στήριξαν την παράστασή τους η Ξένια Καλογεροπούλου και ο Θωμάς Μοσχόπουλος, στο παιχνίδι ανάμεσα στο υλικό της φαντασίας και την πραγματικότητα, στη σκηνή και την πλατεία. Στο εμπνευσμένο σκηνικό της Ελλης Παπαγεωργακοπούλου το ένα παραμύθι εγκιβωτίζει το άλλο, σαν το κινέζικο κουτί μιας κυκλικής και αέναης αφήγησης. Ενας παπαγάλος παραμυθάς αποκαλύπτει την ιστορία της αμαζόνας πριγκίπισσας, που κι αυτή αποκαλύπτει την ιστορία ενός βασιλιά βοσκού, που κι αυτή δίνει τη θέση της στην ιστορία της κοπέλας που ταξιδεύει με ξύλινο φόρεμα. Κοινό θέμα σε όλα η μεταμόρφωση και η αποκάλυψη της αληθινής φύσης και του πραγματικού εαυτού πίσω από ένα παιχνίδι ρόλων και μαγικών αντικειμένων. Οπως συμβαίνει στα παραμύθια, δύο δυνάμεις δρουν από κοινού: η πρώτη κρύβει τον κόσμο και η δεύτερη τον αποκαλύπτει.

Δεν τελειώνει όμως εδώ το ενδιαφέρον: για τους προσεκτικούς θεατές βρίσκεται στον τρόπο που το παιχνίδι των ιταλικών λαϊκών παραμυθιών στο «Πόρτα» κτίζεται με μερικά από τα βασικότερα υλικά της ιταλικής σκηνικής παράδοσης: την προοπτική, τα σπετσάτα, την ενέργεια της κομέντια ντελ άρτε, καθώς και το γενικό πανηγύρι γύρω από το σώμα και την κίνηση του ηθοποιού.

Αυτό εν τέλει στο οποίο φτάνουν συγγραφέας και σκηνοθέτης, σκηνογράφος και ηθοποιοί ξεπερνάει ακόμα και την πιο απαιτητική προσδοκία μας, ακόμα και τις καλύτερες δουλειές τους. Είναι χάρμα. Η σύνθετη όμως δομή, ο καταιγισμός των εμπνεύσεων, όπως και μερικά σημεία στο σώμα της παράστασης δυσερμήνευτα και δυσπρόσληπτα κάνουν την παράσταση περισσότερο κατάλληλη για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας.

Αναφέρω τους ηθοποιούς ονομαστικά, επισημαίνοντας ότι για μια ακόμη φορά το θέατρο «Πόρτα» γίνεται πόρτα εισόδου νέων ονομάτων στο θέατρό μας: Μιχάλης Σαραντής, Τατιάνα-Αννα Πίττα, Χρίστος Νικολάου, Στέλιος Χλιαράς, Ηλιάνα Γαϊτάνη, Δάφνη Μαρκάκη, Τώνια Γελεκλίδου, Μιχάλης Σαράντης και Γιάννης Κουκουράκης. Σε όλους, μπραβίσιμο! *

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ / 2 – 27/12/2008