«…Και οδόντα αντί οδόντος»
11 Ιουλίου, 2010 Σχολιάστε
- Το αίμα ζητάει αίμα στην τραγική παράδοση του ελισαβετιανού θεατρικού κώδικα
- Του Γιαννη Bαρβερη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 11 Iουλίου 2010
- ΤΟΜΑΣ ΚΙΝΤ: Εκδίκηση (ή «Η ισπανική τραγωδία»). Σκην.: Κατερίνα Ευαγγελάτου. Θέατρο: Αμφιθέατρο (αίθουσα «Είσοδος κινδύνου»)
«Pour un oeil les deux yeux, pour une dent toute la gueule», κηρύσσουν διαπρυσίως οι Γάλλοι αναρχικοί: «Για το ένα μάτι και τα δύο μάτια, για το ένα δόντι όλη τη φάτσα». Σ’ αυτό το πνεύμα τής απόλυτα αιματηρής ανταπόδοσης, με σαφή την επιρροή του Σενέκα, είναι βουτηγμένη η τραγική ελισαβετιανή παράδοση, με κορυφαίους τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και τον Κρίστοφερ Μάρλοου.
Λίγο πρεσβύτερος από τους ανωτέρω -και χωρίς την ποιότητά τους- ο Κιντ (1558-1594) προαναγγέλλει σίγουρα τον Σαίξπηρ. Οπλισμένος με γερή παιδεία, πρόσωπο μυστηριώδες και άθεο, έγραφε έργα για τον θίασο των Queen και χρημάτισε οικοδιδάσκαλος ενός λόρδου. Πέρα απ’ τις μεταφράσεις ξένων έργων, στον Κιντ αποδίδονται ένας πρώιμος «Αμλετ», ο «Don Horatio», το «Soliman and Perseda» και το συγγενικό προς την «Εκδίκηση» «First part of Hieronimo».Πολυπαιγμένη η «Εκδίκηση» (1587;), έχει ως φόντο μια διεφθαρμένη Ισπανία, εχθρά τότε των Αγγλων, και νικήτρια της Πορτογαλίας (1580). Το έργο, εκτενές και πολυπρόσωπο, χαρακτηρίζεται από φόνους, συνωμοσίες, αιματηρά αντίποινα αυτοδικίας και από μια τελική «μάσκα», σύμφωνα με την οποία ο αδικημένος πατέρας του δολοφονημένου γιου μετατρέπει το θεατρικό του δρώμενο σε λουτρό αίματος επί δικαίους και αδίκους. Ακόμα, ο Κιντ κινείται σε ανοιχτή φόρμα, με ετερόκλητα όντα που προκαλούν και βλασφημούν.
Ακούστηκε μια εξαιρετική μετάφραση (Κατ. Τσαμαδιά – Κατ. Ευαγγελάτου), πολύχυμη, πολύτροπη, σε μουσικά ελληνικά, προσαρμοσμένη ευέλικτα στους εκάστοτε ανθρώπινους τύπους και στις καταστάσεις. Ο λόγος αυτός με τις ευπρόσδεκτες μεταλλάξεις του επιδότησε κατά πολύ την ευφάνταστη, συχνά ωμή και άγρια, κοντά στο γκροτέσκο, ταχύρρυθμη σκηνοθεσία της Κατ. Ευαγγελάτου, που βασίστηκε σε διαρκείς εναλλαγές σκηνών (και φωτισμών του Σ. Μπιρμπίλη), πάνω σε μαγικά κυλιόμενα σπετσάτα και σ’ ένα κλίμα σκοτεινό, εκφοβιστικό, βαμμένο στο αίμα ή (το χειρότερο) στην εκκρεμή πρόθεση για αίμα. Το φεστιβάλ αυτό της φρίκης, που συνοδεύει την εποχή, η σκηνοθέτις θέλησε, και σωστά, να το αντιρροπήσει με μικρές κωμικές στίξεις και ανάλαφρους κλοουνίστικους τόνους σε όσα μέρη της υπόκρισης το σήκωναν. Ταχυδακτυλουργικά και εξ όνυχος και τα σκηνικά, με τα «αιφνίδια» στις μεταμορφώσεις κοστούμια (Αλ. Μποσουλέγκα – Ρ. Υφαντίδου). Οι «εφιαλτικές» μουσικές συνοδείες του Στ. Γασπαράτου βοήθησαν ιδιαίτερα στη δημιουργία του ζοφερού κλίματος. Ωστόσο, θεωρώ ότι οι πολλές (ιδίως στο α΄ μέρος) λεπτομέρειες του πληθωρικού (για να μην πω φλύαρου για την εποχή μας) αυτού έργου, αν είχαν, και μπορούσαν άνετα, νομίζω, παραλειφθεί, η παράσταση θα ήταν καθαρότερη, θα κέρδιζε σε σαφήνεια και σε δραστικότητα. Απ’ την άλλη μεριά, παρόμοια έργα χρειάζονται ηθοποιούς με πολύ ισχυρή προσωπικότητα, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά. Αντίθετα όμως, όλο το σχήμα εδώ ήταν εξαιρετικά δουλεμένο και δρούσε με αυτοματισμό, συντονισμό και ακρίβεια ώστε αντάμειβε ως εντύπωση συνόλου (Κ. Γιαννακόπουλος, Σερ. Γρηγοριάδου, Κ. Καλλιβρετάκης, Λ. Πολυχρόνης, Σ. Τσακομίδης, Β. Ψωμάς). Θα ’λεγα ίσως ότι ο Ν. Παπαγιάννης στον κεντρικό ρόλο του Ιερώνυμο έπλασε ένα, παράλληλο μεν προς τον ρόλο, αλλά αρκετά πειστικό πρόσωπο.
Ευχές στο νέο, στιβαρό, όπως φαίνεται, χέρι της Κατ. Ευαγγελάτου.
Πρόσφατα σχόλια