Σάρκα και αίμα
5 Σεπτεμβρίου, 2010 Σχολιάστε
- Η «Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας» υπήρξε στον καιρό της μία πανίσχυρη πολυεθνική εταιρεία και ένα γιγάντιο εμπορικό πρακτορείο που είχε λάβει τη μορφή μιας πόλης – αγοράς, χτισμένης πάνω σε πασσάλους μπηγμένους μέσα στο θολό, λασπώδη πυθμένα της Αδριατικής.
- Ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και την ξήλωσε ο Ναπολέων με τις λόγχες και τους νέους εμπορικούς του κώδικες για να χρησιμοποιήσει τα υλικά της ως μπάζα στη δική του εφήμερη αυτοκρατορία που ήταν ένας δρόμος χωρίς αρχή και τέλος, τον οποίο σκεπάζουν σήμερα οι άμμοι Ανατολής και Δύσης. Αυτό που μένει απ’ τη «Γαληνοτάτη» είναι ένα φάντασμα ισχνό, που επισκέπτονται αθρόοι και φωτογραφίζουν ομαδικά οι τουρίστες. Ωστόσο η αληθινή Βενετία σώζεται ακόμη κάπου. Βρίσκεται ημιβυθισμένη στο όνειρο που είδε κάποτε ο μέγιστος ποιητής των νεοτέρων χρόνων. Γουίλιαμ Σαίξπηρ, για να την αποτυπώσει σε δύο έργα – σταθμούς, τον «Έμπορο της Βενετίας» και τον «Οθέλλο». Κοινό στοιχείο των δύο έργων είναι το χρήμα και η δόξα ή σε δεύτερο βαθύτερο επίπεδο, αν θέλουμε, η σάρκα και το αίμα, τα συστατικά της θείας κοινωνίας.
- Εκεί όπου μόνο κίνητρο της ιστορίας είναι το απέραντο κέρδος και η μηδενική ζημία, δεν υπάρχουν περιθώρια για αισθήματα προσωπικά. Έρως, φιλία και αγάπη λαβαίνουν δευτερεύοντα, επικουρικό χαρακτήρα. Ο άλλως απόβλητος λόγω της φυλετικής καταγωγής του Σάιλοκ στον «Έμπορο» γίνεται έτσι μόλις ανεκτός από τη ρατσιστική, μεταπρατική βενετσιάνικη κοινωνία, για όσο χρόνο της προσφέρει τις πολύτιμες υπηρεσίες του ως τραπεζίτης, πιστωτής και τοκιστής. Ο Σάιλοκ δεν πέφτει παρά μόνον όταν, κινούμενος από κίνητρα προσωπικά, το πάθος και την εκδίκηση, υπερβαίνει τα επιτρεπόμενα όρια και τολμά να απαιτήσει ως ποινή ρήτρα ένα κομμάτι σάρκας (κυριολεκτικά) απ’ το σώμα του Βενετσιάνου χρεώστη που αδυνατεί να τον εξοφλήσει. Όχι όμως και αίμα, που δεν περιλαμβάνεται στο δανειστικό συμβόλαιο.
- Κάτω απ’ το καθεστώς της άπειρης συσσώρευσης του πλούτου, σε μια εκχρηματισμένη πλήρως οικονομία επιτρέπονται σχεδόν τα πάντα. Το σώμα και η σάρκα του ανθρώπου είναι αγαθά αναλώσιμα. Όχι όμως το αίμα. Τουλάχιστον ακόμη. Η καθαρότητα του αίματος είναι ένα ισχυρό «ταμπού» των ρατσιστικών κοινωνιών και πρέπει να διαφυλαχθεί με κάθε μέσον. Ο ξένος, ο Εβραίος, το μίασμα ο ακοινώνητος, ο άπιστος δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να έρθει σε επαφή με το αμόλυντο αίμα των χριστιανών, των «καθαρών». Έτσι ο Σάιλοκ απειλώντας να χύσει το αίμα ενός χριστιανού, αναβιώνει μια παλιά κατάρα σε βάρος της ράτσας του («Το αίμα του εφ’ ημών…«) και καταστρέφεται. Τη στιγμή ακριβώς που αναδύεται για πρώτη φορά στην ιστορία ο «γενναίος καινούργιος κόσμος» των ελεύθερων, σαρκοβόρων αγορών και της παγκόσμιας οικονομικής αφαίμαξης των αθώων. Η σάρκα και το αίμα των οποίων θα γίνουν η μαγιά της αρχικής, πρώτης φαντασιακής συσσώρευσης!
- Εφαρμόζοντας τα πιο πάνω στον «Οθέλλο» δεν είναι δύσκολο να εντοπίσουμε τις αναλογίες. Ο μαύρος Οθέλλος γίνεται οριακά ανεκτός από τη ρατσιστική βενετσιάνικη κοινωνία όσο της προσφέρει ως μισθοφόρος τις πολύτιμες υπηρεσίες του. Ο Οθέλλος πέφτει μόνον όταν ξεπεράσει τα επιτρεπόμενα όρια και «γευθεί» μεταφορικά τη σάρκα και το αίμα μιας «καθαρής», λευκής νεαρής Βενετσιάνας αριστοκράτισσας, της Δυσδαιμόνας. Για να τη σκοτώσει σε λίγο, πιστεύοντας άδικα ότι τον έχει προδώσει, παρασυρμένος από τη ζήλια του που υποδαυλίζει σκόπιμα ο δεινός δολοπλόκος θεατρίνος Ιάγος, παίζοντας επιδέξια μαζί του το παιχνίδι της «μιμητικής επιθυμίας». Όπου ο πόθος ενός άντρα για μία γυναίκα ή το αντίστροφο διαθέτει τον πρωτογενή μιμητικό χαρακτήρα μιας «παράστασης» που στήνει το ασυνείδητο και συνακόλουθα γεννά στο πολλαπλάσιο την ακαταμάχητη επιθυμία των άλλων για συμμετοχή στο παίγνιο με έπαθλο το ίδιο άσαρκο, «καθαρό» ερωτικό φαντασιακό αντικείμενο που προηγείται του σάρκινου, αιμάτινου πραγματικού. Η σχετική θεωρία αναπτύχθηκε από τους σύγχρονους ψυχαναλυτές Ντελέζ και Γκουαταρί, ωστόσο υπάρχει εν σπέρματι ήδη στην Αναγέννηση. (Βλ. π.χ. τη χαρακτηριστική «Ιστορία του αστόχαστου περίεργου», από το δεύτερο βιβλίο του «Δον Κιχώτη»).
- Εκείνη δηλαδή που μπαίνει σε δοκιμασία σε αυτό το έργο και παίζεται σαν στοίχημα ζωής ή θανάτου ανάμεσα στους δύο άνδρες πρωταγωνιστές είναι εν τέλει τη ζήτημα της σαρκικής και αιμάτινης τιμής της υπαρκτής γυναίκας, εδώ της Δυσδαιμόνας. Η άτυχη ηρωίδα θα περάσει την κρίση για την αθωότητά της, αλλά θα χάσει τη ζωή της εξαιτίας της ολιγοπιστίας του Οθέλλου μπροστά στην αθωότητα της σάρκας και του αίματος μιας αληθινής γυναίκας που επιθυμεί να την επιθυμήσουν! Απώλεια η οποία τον βυθίζει στα έγκατα της δικής του σαρκικής και αιμάτινης ενοχής που έχει «κολλήσει» από τον εκχρηματισμένο πολιτισμό των οπαδών της «καθαρότητας του αίματος» και της αμαρτίας της σάρκας. Θα τιμωρήσει την «αμαρτωλή» σάρκα της γυναίκας χωρίς να χύσει σταγόνα απ’ το αίμα της, που τον φοβίζει, πνίγοντάς την!
- Ο σκηνοθέτης Οστερμάγιερ στην Επίδαυρο με το Βερολινέζικο «Σαουμπίνε», μεθοδικά έσβησε από τον «χάρτη» του έργου ένα – ένα όλα τα αιμάτινα και σάρκινα σημεία – κλειδιά ενοχής και αθωότητας. Έκοψε τον αποκαλυπτικό σάρκινο διάλογο της Δυσδαιμόνας με την Αιμιλία λίγο πριν το τέλος. Έκοψε τα μεγαλειώδη αιμάτινα λόγια του Οθέλλου, καθώς αυτοκτονεί. Έδωσε έναν Οθέλλο άξεστο, αγροίκο λευκό (!) στρατιωτικό και μια Δυσδαιμόνα άχρωμη, άγευστη, άυλη και άσαρκη. Εν ολίγοις «άλλαξε» και στους δύο ήρωες τον απόλυτο έρωτα της σάρκας και του αίματος. Προβάλλοντας μόνο κατά κόρον μια αρνητική φωτογραφία του «τέρατος» Ιάγου με πράσινο αίμα, συνθετικό, στις φλέβες. Συνεπέστατος, έβαλε, ακόμη, όλους τους ήρωες να πλατσουρίζουν σε μια… χαβούζα με ύποπτο σκούρο περιεχόμενο, μέσα από την οποία αναδύονται όλοι στο τέλος, άσπιλοι καθαροί και αμόλυντοι. Είναι αυτή μια στάση, κατανοείται.
- Πολενάκης Λ., Η ΑΥΓΗ: 05/09/2010
Πρόσφατα σχόλια