«Τραχίνιες»

ΤραχίνιεςΕκτός του «Κύκλωπα», το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε στα Επιδαύρια και την ελάχιστα παιζόμενη τραγωδία του Σοφοκλή «Τραχίνιες», για το διπλό, ερωτικής αιτιολογίας, φοβερό χαμό του Ηρακλή και της γυναίκας του Διηάνειρας. Ο Σοφοκλής, ποιτητικά, αλλά με σκληρή ρεαλιστική αλήθεια και περισσή θλίψη για τα υπαρξιακά πάθη και τους θανάσιμους έρωτες των ανθρώπων, χειρίζεται το μύθο για το φρικτό τέλος του Ηρακλή. Ο «ημίθεος» γιος του Δία και της Αλκμήνης, που διεκδίκησε τη Διηάνειρα από τον αντίζηλό του ποταμό – τέρας Αχελώο, εξοντώνοντας με τα βέλη του τον φιδίσιο Νέσο, την παντρεύτηκε και έκανε πολλά παιδιά μ’ αυτήν, έμελλε να χαθεί από το «ερωτικό φίλτρο», που ξεψυχώντας έδωσε ο Νέσος στη Διηάνειρα, αν ποτέ το χρειαστεί. Η Διηάνειρα, ανήσυχη με την πολύμηνη απουσία του Ηρακλή από το σπίτι του στην Τραχίνα και φοβούμενη παλιούς χρησμούς, στέλνει το γιο της Υλλο, να αναζητήσει τον πατέρα του. Με δύο αγγελιαφόρους διασταυρώνεται το κακό μαντάτο. Ο Ηρακλής έχει αλώσει την πόλη του Ευρίτου, από έρωτα για την όμορφη κόρη του, Ιόλη και επιστρέφει με αυτήν. Η Διηάνειρα, για να ξανακερδίσει τον έρωτα του Ηρακλή, του στέλνει με αγγελιαφόρο ένα νέο μανδύα, εμποτισμένο με το «φίλτρο» που της έδωσε ο Νέσος, ανυποψίαστη ότι πρόκειται για δηλητήριο. Ο Υλλος συναντά τον πατέρα του κατά την επιστροφή του και βλέπει τον Ηρακλή να φορά το μανδύα και να ξεσκίζονται οι σάρκες του. Τρέχει στη μάνα του. Με μένος και πόνο κατηγορεί τη συζυγοκτονία της. Η Διηάνειρα απελπισμένη αυτοκτονεί. Σπαραγμένος από πόνους ο Ηρακλής φθάνει στο σπίτι, όπου ξεψυχώντας ζητά να κάψουν το κορμί του και ορκίζει το γιο του να παντρευτεί την Ιόλη. Εχοντας ασχοληθεί με την όπερα, ο Θωμάς Μοσχόπουλος, με την απόδοση και τη σκηνοθεσία του, θέλοντας να αποφύγει και τον παραμικρό μελοδραματισμό, αντιμετώπισε το έργο σαν «παραμυθολογικό» αφήγημα, σαν επικού τύπου μελόδραμα, αρμόζον περισσότερο στο οπερατικό είδος παρά στο ρεαλιστικό θέατρο πρόζας. Ζήτησε από τους ταλαντούχους ηθοποιούς να αποφύγουν κάθε δραματικότητα και να προσδώσουν στο λόγο τους οπερατικά «μουσικές» πινελιές. Πειθαρχώντας στη σκηνοθετική αντίληψη, η Αννα Μάσχα, με μακρόσυρτα και μονότονα «τραγουστό» λόγο, με ωραιοπαθείς στάσεις του σώματος και επαναλαμβανόμενα όμοιες, καλλιεπείς κινήσεις των χεριών, αφηγήθηκε χωρίς συναισθηματική βάσανο τις αγωνίες, την ερωτική πληγή και την απεγνωσμένη πράξη της Διηάνειρας. Ο, δυνατών εκφραστικών μέσων, Αργύρης Ξάφης, με οπερατική πόζα, ακόμη και με μια σύντομη άρια, υποδύθηκε τον Ηρακλή. Η πολύπειρη Φιλαρέτη Κομνηνού (Τροφός) κατάφερε να εξισορροπήσει το σκηνοθετικό ζητούμενο με τη ρεαλιστική απλότητα. Ιχνη αλήθειας είχαν οι ερμηνείες των Κώστα Μπερικόπουλου, Θάνου Τοκάκη και Γιώργου Χρυσοστόμου. Μια χωρίς ίχνος συγκίνησης παράσταση, που όμως έχει τρεις σημαντικές αρετές. Την πολύ ενδιαφέρουσα, με ροκ στοιχεία «οπερατική» σύνθεση του Κορνήλιου Σελαμσή, ζωντανά εκτελεσμένη από τρεις μουσικούς και εξαιρετικά διδαγμένη στο Χορό, από την Μελίνα Παιονίδου. Τη μοντερνιστική κινησιολογία – χορογραφία του Χρήστου Παπαδόπουλου και το λιτό με απλά μέσα μεταμορφώσιμο σκηνικό της Ελλης Παπαγεωργίου.
ΘΥΜΕΛΗ, Ριζοσπάστης, Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

Σχολιάστε